μαινομένης

μαινομένης
μαίνομαι
rage
pres part mp fem gen sg (attic epic ionic)
μαινομένη
fem gen sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Αγαύη — Μυθολογικό πρόσωπο, κόρη του Κάδμου και της Αρμονίας. Αδελφές της ήταν η Ινώ, η Σεμέλη και η Αυτονόη. Παντρεύτηκε τον Εχίονα και από αυτόν γέννησε τον Πενθέα, τον πείσμονα εχθρό της λατρείας του Διονύσου, κατά τη μυθολογική παράδοση.H Α. χλεύασε… …   Dictionary of Greek

  • κυμαινομένης — κῡμαινομένης , κυμαίνω rise in waves pres part mp fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • λυμαινομένης — λῡμαινομένης , λυμαίνομαι cleanse from dirt pres part mp fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”